τσιριμόνια

τσιριμόνια
η
1) церемония;

μας έκαναν πολλές τσιριμόνιες — нам оказали очень хороший приём;

2) церемонии, жеманство, чопорность;

χωρίς τσιριμόνιες — без церемоний


Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Смотреть что такое "τσιριμόνια" в других словарях:

  • τσιριμόνια — και τσεριμόνια, η, Ν 1. φιλοφρόνηση, επιδεικτική περιποίηση («μάς έκαναν πολλές τσιριμόνιες») 2. (κατ επέκτ.) νάζι, κόλπο («μη μού κάνεις εμένα τσιριμόνιες!»). [ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. cerimonia «τελετή» < λατ. caerimonia «αγιότητα, θρησκεία»)] …   Dictionary of Greek

  • τσιριμόνια — η (λ. ιταλ.), συνήθ. πληθ., τσιριμόνιες, οι φιλοφρόνηση, επιδεικτική περιποίηση: Τους έκαναν πολλές τσιριμόνιες …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • τσεριμόνι — η, Ν βλ. τσιριμόνια …   Dictionary of Greek

  • φιλοφρόνηση — η 1. φιλική συμπεριφορά σε κάποιον, περιποιητικότητα, περιποιήσεις: Μας δέχτηκαν με φιλοφρόνηση. 2. φιλοφρόνημα, κομπλιμέντο, τσιριμόνια: Οι φιλοφρονήσεις κολακεύουν …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»